Κάπου μεταξύ «ψηφιακού μετασχηματισμού» και «εξυπηρέτησης του πολίτη», φαίνεται πως κάποιοι οραματίζονται μια Ελλάδα… άλλης εποχής. Όχι του μέλλοντος. Πιο πολύ του Black Mirror με άρωμα ληξιαρχείου. Γιατί κι εμείς είμαστε λαός που ξέρει να πρωτοπορεί: πάμε για την κατασκευή της πρώτης Ελλάδας δύο ταχυτήτων. Έτσι, χωρίς ντροπή. Με το νόμο.
Από τη μία, θα έχουμε τους «εντός συστήματος». Αυτούς που έχουν προσωπικό αριθμό, ηλεκτρονική ταυτότητα, QR code, barcode — μόνο φωτεινή επιγραφή στο μέτωπο δεν τους έχουμε βάλει ακόμα. Άνθρωποι πλήρως διασταυρωμένοι, σκαναρισμένοι, τσεκαρισμένοι. Μπορούν να ανοίξουν την πόρτα του ΚΕΠ με το βλέμμα ή να πληρώσουν το ρεύμα με το δακτυλικό αποτύπωμα. Πολίτες-πακέτα ready-to-deliver.
Κι από την άλλη… οι «άλλοι».
Αυτοί που «κάτι τους πιάνει» όταν ακούν για φακέλωμα. Αυτοί που λένε «όχι ευχαριστώ, δεν θέλω να έχω έναν αριθμό που θα με ακολουθεί παντού».
Στην αρχή θα τους κοιτάμε με κατανόηση. Μετά με απορία. Στο τέλος, πιθανότατα, με καχυποψία.
Γιατί έτσι πάει το πράγμα: πρώτα σε θεωρούν ιδιότροπο, μετά επικίνδυνο.
Αποκλεισμός αλά ελληνικά
Και κάπου εδώ αρχίζει το ωραίο:
Όποιος δεν μπει στο σύστημα θα αντιμετωπίζεται σαν να μην υπάρχει. Όχι νομικά — πρακτικά.
«Συγγνώμη, δεν μπορείτε να κάνετε αίτηση χωρίς προσωπικό αριθμό.»
«Συγγνώμη, δεν μπορείτε να κλείσετε ραντεβού.»
«Συγγνώμη, δεν έχουμε διαδικασία για εσάς.»
Σιγά-σιγά, θα αραιώνουν οι πόρτες που μένουν ανοικτές.
Θα μείνει καμιά ουρά σε δημόσια υπηρεσία, δυο-τρία ΚΕΠ, και κανένα περίπτερο που δέχεται μετρητά. Μέχρι κι αυτά να μπουν στο αρχείο.
Αλλά δεν τελειώνει εδώ το πανηγύρι.
Για τους “πιστούς” του συστήματος — άλλη χάρη
Μη νομίσουν όμως κι αυτοί που θα πάρουν την ηλεκτρονική ταυτότητα ότι «καθάρισαν».
Α, όχι.
Στο καινούριο μοντέλο, το να έχεις τα χαρτιά σου δεν αρκεί. Πρέπει να τα έχεις σωστά.
Πρέπει να είσαι σωστός.
Γιατί όταν η ζωή σου εξαρτάται από ένα αρχείο, από μια βάση δεδομένων, από έναν server που κρατάει τη μοίρα σου σε παύση και από ένα κουμπί που μπορεί να πατηθεί… τότε η εξουσία αποκτά νέες, πιο διακριτικές, πιο “πολιτισμένες” μεθόδους.
Μπορείς να έχεις τα πάντα:
τον προσωπικό αριθμό, το app στο κινητό, την ταυτότητα που λάμπει στο σκοτάδι.
Αλλά αν κάτι δεν ταιριάζει. Αν λείπει ένα χαρτί.
Αν το σύστημα δείχνει «Σφάλμα 404 — Πολίτης not found».
Ή — ας μην κοροϊδευόμαστε — αν κάποια στιγμή κριθεί ότι δεν είσαι πολύ συνεργάσιμος…
Τότε ξαφνικά μπορεί να δεις:
– λογαριασμούς να μη σε βρίσκουν
– δικαιώματα που “παγώνουν” προσωρινά
– υπηρεσίες που “δεν είναι διαθέσιμες για το προφίλ σας”
Όχι τιμωρία. Μη το πούμε έτσι.
Απλά “τεχνικές δυσκολίες”.
Όπως οι τράπεζες στον Καναδά το 2022, όταν “έτυχε” να μην λειτουργούν για όσους αγρότες διαμαρτύρονταν στους δρόμους.
Τυχαίο;
Ε, πάντα είναι.
Το πιο ειρωνικό;
Όλοι λένε ότι αυτά γίνονται για “ευκολία”, “ασφάλεια”, “πρόοδο”.
Κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να ρωτήσει:
Τι γίνεται όταν η πρόοδος αυτή πάει κόντρα στον πολίτη;
Ποιος κρατάει το κλειδί;
Ποιος αποφασίζει αν το προφίλ μας… περνάει;
Γιατί το να σε βλέπει το κράτος παντού είναι εύκολο.
Το δύσκολο είναι να μπορείς να ζήσεις όταν το κράτος αποφασίσει να μη σε δει.
Κι έτσι σιγά-σιγά…
Προχωράμε σε μια Ελλάδα όπου οι πολίτες δεν χωρίζονται πια σε τάξεις, σε εισοδήματα ή σε μορφωτικά επίπεδα.
Χωρίζονται σε:
αυτούς που “λειτουργούν” και αυτούς που “δεν λειτουργούν”.
Αυτούς που «είναι μέσα» και αυτούς που «είναι έξω».
Αυτούς που “ταιριάζουν” και αυτούς που “μπάζουν”.
Στο τέλος, δύο Ελλάδες.
Η μία ψηφιακή και τακτοποιημένη.
Η άλλη πραγματική αλλά αόρατη.
Και μέσα σε όλα, εμείς.
Να κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε γιατί μας ζυγίζουν.
Και να λέμε το κλασικό ελληνικό:
«Έλα μωρέ, σιγά… δε θα γίνει και τίποτα.»
Μέχρι που θα γίνει.






Σχολιάστε